Sikk στα ελληνικά

Μετάφραση: sikk, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ύφος, στύλος, σικ, κομψό, chic, κομψή, κομψά
Sikk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ingoványos στα ελληνικά - βαλτώδης, ελώδης, ελώδεις, βαλτώδη, βαλτώδες
  • kiadás στα ελληνικά - έξοδα, έκδοση, έκδοσης, γλώσσα, edition
  • kábultság στα ελληνικά - νάρκωση, νάρκωσης, αναισθησία, νάρκωση με, τη νάρκωση
  • megkerülés στα ελληνικά - περιστροφή, υπεκφυγή, Παράκαμψη, bypass, παράκαμψης, Εξαίρεση, παρακαμπτήριο
Τυχαίες λέξεις
Sikk στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ύφος, στύλος, σικ, κομψό, chic, κομψή, κομψά