Szegényellátás στα ελληνικά

Μετάφραση: szegényellátás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτόνωση, ανάγλυφος, ανακούφιση, αρωγή, κακή φροντίδα, κακής συντηρήσεως, κακή φροντίδα του, της κακής συντηρήσεως, λόγω της κακής συντηρήσεως
Szegényellátás στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • félkör στα ελληνικά - ημικύκλιο, ημικυκλίου, ημικυκλικά, του ημικυκλίου, ημικυκλίου το
  • fúróállvány στα ελληνικά - εξέδρα, εξέδρας, διάταξη, rig, εγκατάσταση γεώτρησης
  • jelzés στα ελληνικά - σήμα, σήματος, σημάτων, μήνυμα, του σήματος
  • kimondottan στα ελληνικά - συγκεκριμένα, ειδικά, ειδικότερα, ειδικώς, ρητά
Τυχαίες λέξεις
Szegényellátás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτόνωση, ανάγλυφος, ανακούφιση, αρωγή, κακή φροντίδα, κακής συντηρήσεως, κακή φροντίδα του, της κακής συντηρήσεως, λόγω της κακής συντηρήσεως