Λέξη: ετικέτα
Σχετικές λέξεις: ετικέτα
ετικέτα μελιού, ετικέτα ασφαλιστικής ικανότητας, ετικέτα ονόματος με κλιπ, ετικέτα ασφαλιστικήσ ικανότητασ 2012, ετικέτα λαδιού, ετικέτα ασφαλιστικής ικανότητας 2014, ετικέτα ασφαλιστικής ικανότητας ικα, ετικέτα κρασιού, ετικέτα ενεργειακής σήμανσης ηλεκτρικών οικιακών συσκευών, ετικέτα ελαιολάδου
Συνώνυμα: ετικέτα
κυνηγητό παιχνίδι, μετάλλινη άκρα, σημείωμα προσδενομένο, τικέτα
Μεταφράσεις: ετικέτα
ετικέτα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
label, tag, the label, a label, labeling
ετικέτα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
rotular, etiqueta, tag, la etiqueta, etiqueta de, etiquetas
ετικέτα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
aufkleber, marke, kennung, schild, kennsatz, schildchen, kennzeichnen, etikett, klebeetikett, kennzeichen, Anhänger, Etikett, Marke, Tag
ετικέτα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
écriteau, marque, label, vignette, étiquette, étiqueter, caractériser, balise, tag, Guide, variable
ετικέτα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
etichetta, tag, modifica, variabile, tag di
ετικέτα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
marca, etiqueta, rotular, etiquetar, coreia, tag, etiqueta de, tag de
ετικέτα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
label, etiket, tag, markering
ετικέτα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
замечать, заметить, алидада-высотомер, бирка, отметина, метка, формат, ярлык, помета, подмечать, наклейка, этикетка, сигнатура, слезник, номерок, подметить, тег, тега, тегов, тэг
ετικέτα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
etikett, tag, merkelappen, koden, taggen, kode
ετικέτα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tagg, taggen, etiketten, etikett
ετικέτα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nimiö, leimata, lappu, nimike, nimiöidä, etiketti, tag, Avainsana, tunnisteen, tunniste, tagi
ετικέτα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tag, mærke, mærket, kode
ετικέτα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
označení, nálepka, štítek, viněta, visačka, etiketa, tag, značka, značku, tagu
ετικέτα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
metkować, oznakowywać, etykietować, etykietka, kwalifikator, oznakowanie, naklejka, kartka, wytwórnia, metka, nalepka, etykieta, przywieszka, tag, znacznik
ετικέτα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
címke, kulcsszó, tag, címkét
ετικέτα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
etiket, Tag, etiketi, etiketiyle, etiketini
ετικέτα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ослаблення, тег, канал
ετικέτα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
etiketë, tag, Etiket, tag ka, Etiketa
ετικέτα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гоненица, маркер, етикет, таг, тагове
ετικέτα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
тэг
ετικέτα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
etikett, märgistama, silt, tag, sildi, märksõnaga, tunnussõna
ετικέτα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
natpis, etiketa, naljepnica, oznaka, tag, oznaku, oznake, krpa
ετικέτα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tag, merki, merkið, merkimiði, merkinu
ετικέτα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
etiketė, žyma, tag, tegus, žymė
ετικέτα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
birka, tag, tagu, tags, atzīme
ετικέτα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
таг, ознака, тагот, маркер, етикетата
ετικέτα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tichet, etichetă, tag, eticheta
ετικέτα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
značka, nálepka, označit, tag, oznaka, oznake, oznako, oznak
ετικέτα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
značka, štítok
Στατιστικά δημοτικότητας: ετικέτα
Τυχαίες λέξεις