Távol στα ελληνικά
Μετάφραση: távol, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλατύς, φαρδύς, μακριά, φιλοξενούμενη, πόδια, τα πόδια, λίγο έξω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adu στα ελληνικά - ατού, Trump, πλεονέκτημα, Τραμπ, του Trump
- emeletsor στα ελληνικά - παραμύθι, ιστορία
- fennkölt στα ελληνικά - υπερόπτης, ψηλός, μεγαλείο, Υπερφυσικός, πανέμορφη, πανέμορφο, sublime
- kapóra στα ελληνικά - χαϊδεύω, επίκαιρα, εύστοχα, επίκαιρο, ευκαιριακά
Τυχαίες λέξεις
Távol στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλατύς, φαρδύς, μακριά, φιλοξενούμενη, πόδια, τα πόδια, λίγο έξω
Μεταφράσεις: πλατύς, φαρδύς, μακριά, φιλοξενούμενη, πόδια, τα πόδια, λίγο έξω