Λέξη: άμυνα
Σχετικές λέξεις: άμυνα
άμυνα ζώνης 16, άμυνα ζώνης μπάσκετ, άμυνα και τεχνολογία, άμυνα πολιτική, άμυνα και διπλωματία, άμυνα ζώνης πέτρος μάρκαρης, άμυνα και στρατηγική, άμυνα οργανισμού, άμυνα ζώνης, άμυνα ζώνης download
Συνώνυμα: άμυνα
υπεράσπιση, συνηγορία, προάσπιση, προστασία, περιφρούρηση
Μεταφράσεις: άμυνα
άμυνα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
defence, defense, back, protection, defense of
άμυνα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
defensa, protección, la defensa, defensivo, defensivo que, de defensa
άμυνα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verteidigung, abwehr, Verteidigung, Abwehr, Verteidigungs
άμυνα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
plaidoyer, sauvegarde, défense, abri, apologie, défensive, plaidoirie, protection, la défense, de défense, défendre
άμυνα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
difesa, di difesa, la difesa, difensore, della difesa
άμυνα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
defesa, imperfeito, de defesa, a defesa, da defesa, contestação
άμυνα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
defensie, verdediging, weer, afweer, verweer, de verdediging
άμυνα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
обороноспособность, покровительство, реабилитация, оборона, защита, оправдание, обороны, защиты, оборонной
άμυνα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forsvar, forsvaret, forsvars
άμυνα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
försvar, försvars, försvaret
άμυνα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
varustus, puolustus, puolustuksen, puolustuslinjan, puolustuslinjan taakse, puolustajat
άμυνα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
forsvar, forsvaret, forsvars, forsvarsspiller, forsvaret op
άμυνα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
obrana, obhajoba, ochrana, Obhajoba, obrany, obranu, obranné
άμυνα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
obrona, osłona, obrońca, defensywa, obrony, obrona rywala, obronnego, obronę
άμυνα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
védelem, védekezés, védelmi, védelemhez, a védelmi
άμυνα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
savunma, defansı, savunması, bir savunma
άμυνα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
оборонний, оборона, оправдання, оборони
άμυνα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mbrójtje, mbrojtje, mbrojtjes, mbrojtja, mbrojtës, e mbrojtjes
άμυνα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
оборота, защита, отбрана, защитата, отбраната, на защитата
άμυνα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абароны
άμυνα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaitse, kaitsepoliitika, riigikaitse, kaitse-, kaitseotstarbeliste
άμυνα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
obrana, obranom, obrane, obrambenim, odbrana, zaštita, obrana ekipe, obranu
άμυνα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vörn, varnir, varnarmálum, varnarmála, vörnin
άμυνα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
apsigynimas, apsauga, gynimas, gynyba, Gynėjas, gynybos
άμυνα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aizstāvēšana, aizsardzība, aizsardzības, aizsardzību, aizstāvība
άμυνα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
одбрана, одбраната, за одбрана, одбранбените, одбрана на
άμυνα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
apărare, apărării, de apărare, apărare pe, aparare
άμυνα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
obramba, obrana, obrambe, obrambo, obrambni, obrambna
άμυνα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
obrana, ochrana, obrany, obranu
Στατιστικά δημοτικότητας: άμυνα
Τυχαίες λέξεις