Visszahúzódó στα ελληνικά
Μετάφραση: visszahúzódó, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρατημένος, επιφυλακτικός, ανασυρόμενη, αναδιπλούμενη, εισελκόμενη, ανασυρόμενο, ανασυρόμενος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- embrionális στα ελληνικά - εμβρυϊκά, εμβρυϊκών, εμβρυονικά, εμβρυικά, τα εμβρυϊκά
- feneketlen στα ελληνικά - απύθμενος, απύθμενο, πυθμένα, χωρίς πυθμένα, πάτο
- kulturális στα ελληνικά - πολιτιστικός, πολιτιστική, πολιτιστικής, πολιτιστικών, πολιτιστικές
- nominatívusz στα ελληνικά - ονομαστικός
Τυχαίες λέξεις
Visszahúzódó στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρατημένος, επιφυλακτικός, ανασυρόμενη, αναδιπλούμενη, εισελκόμενη, ανασυρόμενο, ανασυρόμενος
Μεταφράσεις: κρατημένος, επιφυλακτικός, ανασυρόμενη, αναδιπλούμενη, εισελκόμενη, ανασυρόμενο, ανασυρόμενος