Акула στα ελληνικά

Μετάφραση: акула, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καρχαρίας, καρχαρία, καρχαριών, του καρχαρία, των καρχαριών
Акула στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • актуальність στα ελληνικά - επικαιρότητα, την επικαιρότητα, επικαιρότητας, επίκαιρο, επίκαιρο χαρακτήρα
  • актуалізація στα ελληνικά - ενημέρωση, επικαιροποίηση, ενημέρωσης, την ενημέρωση, αναπροσαρμογή
  • акумулятор στα ελληνικά - μπαταρία, συστοιχία, μπαταρίας, της μπαταρίας, μπαταριών, συσσωρευτή
  • акумуляція στα ελληνικά - συσσώρευση, συρροή, συσσώρευσης, τη συσσώρευση, συγκέντρωση, σώρευση
Τυχαίες λέξεις
Акула στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καρχαρίας, καρχαρία, καρχαριών, του καρχαρία, των καρχαριών