Алея στα ελληνικά
Μετάφραση: алея, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεωφόρος, αναβάτης, δρομάκι, σοκάκι, αίθουσα, αλέα, alley
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- алегоричний στα ελληνικά - αλληγορικός, κόμβος, υπαινισσόμενος, αλληγορική, αλληγορικό, αλληγορικά, αλληγορικές
- алегорія στα ελληνικά - αλληγορία, αλληγορίας, την αλληγορία, η αλληγορία, της αλληγορίας
- алеї στα ελληνικά - τοίχος, δρομάκι, Alley, αίθουσα, αλέα, σοκάκι
- алкоголь στα ελληνικά - οινόπνευμα, αλκοόλ, αλκοόλη, αλκοόλης, οινοπνεύματος
Τυχαίες λέξεις
Алея στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεωφόρος, αναβάτης, δρομάκι, σοκάκι, αίθουσα, αλέα, alley
Μεταφράσεις: λεωφόρος, αναβάτης, δρομάκι, σοκάκι, αίθουσα, αλέα, alley