Анатом στα ελληνικά
Μετάφραση: анатом, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανατόμος, ανάτομος, anatomist, ανατομιστή, ανατόμου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- анархічний στα ελληνικά - αναρχικός, αναρχική, αναρχικό, άναρχη, άναρχο
- анархія στα ελληνικά - αναρχία, αναρχίας, την αναρχία, η αναρχία, της αναρχίας
- анатомування στα ελληνικά - ανατομία, ανατομίας, την ανατομία, της ανατομίας, ανατομική
- анатомувати στα ελληνικά - αναλύω, διαμελίζω, τεμαχίζω, ανατέμνω
Τυχαίες λέξεις
Анатом στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανατόμος, ανάτομος, anatomist, ανατομιστή, ανατόμου
Μεταφράσεις: ανατόμος, ανάτομος, anatomist, ανατομιστή, ανατόμου