Безліч στα ελληνικά

Μετάφραση: безліч, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορειβάτης, συρροή, καδρόνι, αφθονία, πάτερο, ωκεανός, πολλά, πολλές, πολλοί, πολλούς, πολλών
Безліч στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безлісий στα ελληνικά - άδεντρος, treeless, άδενδρα, άδενδρης, άδεντρο
  • безлісний στα ελληνικά - άδεντρος, treeless, άδενδρα, άδενδρης, άδεντρο
  • безмежний στα ελληνικά - απεριόριστος, απεριόριστη, απεριόριστο, απεριόριστες, απεριόριστα
  • безмовний στα ελληνικά - άφωνος, άναυδος, εμβρόντητος, άφωνους, άφωνο, άφωνοι, άφωνη
Τυχαίες λέξεις
Безліч στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορειβάτης, συρροή, καδρόνι, αφθονία, πάτερο, ωκεανός, πολλά, πολλές, πολλοί, πολλούς, πολλών