Берегти στα ελληνικά
Μετάφραση: берегти, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάζω, αποθηκεύω, περισσεύω, μαγαζί, χαρίζω, περισσευούμενος, εκτός, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- берег στα ελληνικά - γιαλός, αμμουδιά, νήμα, εξοκέλλω, κλώνος, ακτή, ξηρά, ...
- береговий στα ελληνικά - παραθαλάσσιος, παράκτιος, παραλιακός, παράκτιων, παράκτια, παράκτιες
- бережно στα ελληνικά - προσεκτικά, προσοχή, με προσοχή, προσεκτική, προσεχτικά
- береза στα ελληνικά - σημύδα, σημύδας, σημύδων, η σημύδα, από σημύδα
Τυχαίες λέξεις
Берегти στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάζω, αποθηκεύω, περισσεύω, μαγαζί, χαρίζω, περισσευούμενος, εκτός, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Μεταφράσεις: βάζω, αποθηκεύω, περισσεύω, μαγαζί, χαρίζω, περισσευούμενος, εκτός, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε