Вишити στα ελληνικά
Μετάφραση: вишити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ράβω, κεντώ, κεντούν, κεντήσω, κεντήσουν, embroider
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вишивати στα ελληνικά - κεντώ, ράβω, ραφή, κεντούν, κεντήσω, κεντήσουν, embroider
- вишивки στα ελληνικά - μωβ, κέντημα, κεντήματα, κεντήματος, κεντημάτων, κεντητική
- вишневий στα ελληνικά - κεράσι, κερασιάς, κερασιού, κερασιών, κερασιά
- вишня στα ελληνικά - κεράσι, κερασιάς, κερασιού, κερασιών, κερασιά
Τυχαίες λέξεις
Вишити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ράβω, κεντώ, κεντούν, κεντήσω, κεντήσουν, embroider
Μεταφράσεις: ράβω, κεντώ, κεντούν, κεντήσω, κεντήσουν, embroider