Встановіть στα ελληνικά
Μετάφραση: встановіть, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγκαθιδρύω, τοποθετώ, εγκαθιστώ, Ορισμός, Σετ, Ρύθμιση, Ρυθμίστε, Ορίστε
Μεταφράσεις
- встановлювати στα ελληνικά - προσαρμόζω, επιφέρω, βγάζω, αποσπώ, καθορίζω, ρυθμίζω, καθιερώσει, ...
- встановляти στα ελληνικά - vstanovlyaty
- встати στα ελληνικά - βρίσκομαι, διανύω, είμαι, αύξηση, αυξηθεί, αυξηθούν, αυξάνεται, ...
- вступ στα ελληνικά - ομολογία, παραδοχή, είσοδος, πρωτοβουλία, ένταξη, προσχώρηση, προσχώρησης, ...
Τυχαίες λέξεις
Встановіть στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγκαθιδρύω, τοποθετώ, εγκαθιστώ, Ορισμός, Σετ, Ρύθμιση, Ρυθμίστε, Ορίστε
Μεταφράσεις: εγκαθιδρύω, τοποθετώ, εγκαθιστώ, Ορισμός, Σετ, Ρύθμιση, Ρυθμίστε, Ορίστε