Відлюдний στα ελληνικά
Μετάφραση: відлюдний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκοτεινός, δυσνόητος, κρύβω, ακοινώνητος, ακοινώνητες, αντικοινωνικών, ακοινώνητοι, αντικοινωνική
Μεταφράσεις
- відломлюватися στα ελληνικά - τσιπ, vidlomlyuvatysya
- відлуння στα ελληνικά - αντηχώ, μιμούμαι, αντιλαλώ, αντήχηση, επίπτωση, αντίκτυπο, αντίκτυπος, ...
- відлюдник στα ελληνικά - ασκητής, ερημίτης, ερημίτη, ερημιτών, ασκητή
- відмежовуватися στα ελληνικά - αποκηρύσσω, vidmezhovuvatysya
Τυχαίες λέξεις
Відлюдний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκοτεινός, δυσνόητος, κρύβω, ακοινώνητος, ακοινώνητες, αντικοινωνικών, ακοινώνητοι, αντικοινωνική
Μεταφράσεις: σκοτεινός, δυσνόητος, κρύβω, ακοινώνητος, ακοινώνητες, αντικοινωνικών, ακοινώνητοι, αντικοινωνική