Λέξη: ρεαλισμός

Σχετικές λέξεις: ρεαλισμός

ρεαλισμός συνώνυμα, ρεαλισμός και νατουραλισμός, ρεαλισμόσ στο θέατρο, ρεαλισμός στην τέχνη, ρεαλισμός στις διεθνείς σχέσεις, ρεαλισμός λογοτεχνία, ρεαλισμός νατουραλισμός, ρεαλισμόσ λεξικό, ρεαλισμός ζωγραφική, ρεαλισμός βικιπαιδεια

Συνώνυμα: ρεαλισμός

πραγματισμός, πραγματικότητα, επικαιρότητα, πρακτικότης, πρακτικότητα, δογματισμός, φιλοπραγματοσύνη

Μεταφράσεις: ρεαλισμός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
realism, pragmatism, realistic, realism of, realism is
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
realismo, el realismo, un realismo, del realismo, realista
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
realismus, Realismus, Realitäts, realistisch
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
réalisme, le réalisme, de réalisme, un réalisme, réaliste
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
realismo, il realismo, di realismo, un realismo, del realismo
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
realismo, o realismo, realism, do realismo
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
realisme, realistische, het realisme, realistisch
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
материализм, реализм, реализма, реализмом, реалистичность
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
realisme, realismen, realistisk, realistiske
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
realism, realismen, realistiska, realistisk
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
todellisuus, realismi, realismia, realismin, realismiin, realistisesti
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
realisme, realismen, realistisk, realistiske
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
realismus, Realistické, realismu, realismem
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
realizm, realizmu, realizmem, realism, realizmie
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
realizmus, a realizmus, realizmust, valósághű, realizmusa
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gerçekçilik, realizm, gerçekçiliği, gerçekçiliğin, gerçekliği
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
усвідомлювати, реалізм
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
realizëm, realizmi, realizmin, realizmit, realizmi i
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
реализъм, реализма, реализмът, реалистичност
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
рэалізм, рэалізмам, рэалізму
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
realism, realismi, realistlikkus, realismist, realismiga
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
stvarnost, realizam, realizma, realizmom, realističnost, je realizam
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
raunsæi, raunsæið, Kynntus
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
realizmas, realizmo, realizmą, realumas, realizmu
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
reālisms, reālismu, reālisma, reālismam
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
реализам, реализмот, реалистичност, реалност
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
realism, realismul, realismului, de realism, un realism
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
realizem, realism, realizmu, realizma
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
realizmus, realitu, realismus, realizmu, reálnosť

Στατιστικά δημοτικότητας: ρεαλισμός

Τυχαίες λέξεις