Декілька στα ελληνικά
Μετάφραση: декілька, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρκετές, αρκετοί, λίγοι, λίγα, μερικά, λίγες, μερικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- декорувати στα ελληνικά - διακοσμώ, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν
- декрет στα ελληνικά - θεσπίζω, θέσπισμα, διάταγμα, διατάγματος, απόφαση, αποφάσεως, διάταγμα που
- декількома στα ελληνικά - αρκετές, αρκετοί, διάφοροι, πολλές, διάφορες, πολλά
- делегат στα ελληνικά - αντιπρόσωπος, απεσταλμένος, εκπρόσωπος, εκπρόσωπο, αντιπρόσωπο
Τυχαίες λέξεις
Декілька στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρκετές, αρκετοί, λίγοι, λίγα, μερικά, λίγες, μερικές
Μεταφράσεις: αρκετές, αρκετοί, λίγοι, λίγα, μερικά, λίγες, μερικές