Диво στα ελληνικά

Μετάφραση: диво, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φοίνιξ, θαύμα, θαύματος, το θαύμα, θαυματουργή, θαυματουργό
Диво στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • дивний στα ελληνικά - παράξενος, μοναδικός, περίεργος, κωμικός, ιδιόμορφος, εκκεντρικός, ιδιότροπος, ...
  • дивно στα ελληνικά - παραδοξώς, παράξενα, περιέργως, περίεργα, περίεργο
  • дивовижний στα ελληνικά - καταπληκτικός, καταπληκτική, καταπληκτικό, εκπληκτικό, εκπληκτική
  • дивувати στα ελληνικά - έκπληξη, εκπλήσσω, αποβλακώνω, αποσβολώνω, ξαφνιάζω, έκπληξή, αποτελεί έκπληξη, ...
Τυχαίες λέξεις
Диво στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φοίνιξ, θαύμα, θαύματος, το θαύμα, θαυματουργή, θαυματουργό