Домішками στα ελληνικά

Μετάφραση: домішками, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτείνομαι, επεκτείνω, εκτείνω, ακαθαρσίες, προσμίξεις, προσμείξεις, ακαθαρσιών, προσμείξεων
Домішками στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • домісіть στα ελληνικά - νοθεύω, αλλοιώνω, domisit
  • домішка στα ελληνικά - χαστουκίζω, πρόσμειξη, χαστούκι, καρπαζιά, μίγμα, μίξη, ανάμιξη, ...
  • домішку στα ελληνικά - πρόσμειξη, πρόσθετο, πρόσθετης, προσθέτου, προσθετικό, πρόσθετης ύλης
  • домішування στα ελληνικά - νοθεία, νόθευση, νοθείας, της νοθείας, τη νόθευση
Τυχαίες λέξεις
Домішками στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτείνομαι, επεκτείνω, εκτείνω, ακαθαρσίες, προσμίξεις, προσμείξεις, ακαθαρσιών, προσμείξεων