Доповідач στα ελληνικά
Μετάφραση: доповідач, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνεργάτης, ρεπόρτερ, δημοσιογράφος, αναφοράς, ανταποκριτή, δημοσιογράφο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- доповнити στα ελληνικά - συμπλήρωμα, συμπληρώνω, συμπληρώματος, συμπλήρωμα για τον, συμπληρώνουν, το συμπλήρωμα
- доповнювати στα ελληνικά - συμπληρώνω, συμπλήρωμα, συμπληρώματος, συμπλήρωμα για τον, συμπληρώνουν, το συμπλήρωμα
- доповідь στα ελληνικά - εξαγγελία, ανακοίνωση, έκθεση, έκθεσης, έκθεσή, αναφορά, την έκθεση
- доповісти στα ελληνικά - έκθεση, έκθεσης, έκθεσή, αναφορά, την έκθεση
Τυχαίες λέξεις
Доповідач στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνεργάτης, ρεπόρτερ, δημοσιογράφος, αναφοράς, ανταποκριτή, δημοσιογράφο
Μεταφράσεις: συνεργάτης, ρεπόρτερ, δημοσιογράφος, αναφοράς, ανταποκριτή, δημοσιογράφο