Досягнення στα ελληνικά

Μετάφραση: досягнення, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διενέργεια, επίτευξη, αντιδρώ, κατόρθωμα, επίτευγμα, υλοποίηση, επίτευξης
Досягнення στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • доступність στα ελληνικά - προσιτότητα, προσβασιμότητα, προσβασιμότητας, δυνατότητα πρόσβασης, την προσβασιμότητα
  • досягати στα ελληνικά - αποκτώ, επιτυγχάνω, κατορθώνω, προμηθεύομαι, φθάσουν, φθάσει, φτάσουν, ...
  • досягнути στα ελληνικά - κατορθώνω, επιτυγχάνω, επιτύχει, επιτύχουν, επίτευξη, την επίτευξη, επιτευχθεί
  • досягніть στα ελληνικά - επιτυγχάνω, κατορθώνω, Προσεγγίστε, Reach, φτάσετε, φθάσουν, Επίτευξη
Τυχαίες λέξεις
Досягнення στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διενέργεια, επίτευξη, αντιδρώ, κατόρθωμα, επίτευγμα, υλοποίηση, επίτευξης