Дощової στα ελληνικά
Μετάφραση: дощової, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναστηλώνω, ανατρέφω, σηκώνω, υψώνω, βροχή, βροχής, τη βροχή, ψιλής βροχής, βροχές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- дощовий στα ελληνικά - αναστηλώνω, ανατρέφω, σηκώνω, υψώνω, βροχερός, βροχερή, βροχερές, ...
- дощовою στα ελληνικά - σηκώνω, υψώνω, αναστηλώνω, ανατρέφω, βροχόπτωση, βροχοπτώσεις, Οι βροχοπτώσεις, ...
- дощовій στα ελληνικά - υψώνω, σηκώνω, ανατρέφω, αναστηλώνω, βροχή, βροχής, τη βροχή, ...
- дощі στα ελληνικά - βροχερός, σαφής, Clear, Διαγράφεται Οι, Απαλοιφή, Διαυγές
Τυχαίες λέξεις
Дощової στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναστηλώνω, ανατρέφω, σηκώνω, υψώνω, βροχή, βροχής, τη βροχή, ψιλής βροχής, βροχές
Μεταφράσεις: αναστηλώνω, ανατρέφω, σηκώνω, υψώνω, βροχή, βροχής, τη βροχή, ψιλής βροχής, βροχές