Духмяний στα ελληνικά
Μετάφραση: духмяний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άφθονος, γλυκός, ευώδης, μεθύστακας, ευωδιαστός, αρωματικά, αρωματική, ευωδιαστό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- дух στα ελληνικά - πνεύμα, πνεύματος, το πνεύμα, ποτών, ποτά
- духи στα ελληνικά - άρωμα, κέφια, ευωδιά, αρώματος, αρώματα, αρωμάτων, το άρωμα
- духовенство στα ελληνικά - ιερατείο, κλήρος, κλήρου, κληρικούς, κληρικοί
- духовка στα ελληνικά - φούρνος, φούρνο, φούρνου, κλίβανο, κλιβάνου
Τυχαίες λέξεις
Духмяний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άφθονος, γλυκός, ευώδης, μεθύστακας, ευωδιαστός, αρωματικά, αρωματική, ευωδιαστό
Μεταφράσεις: άφθονος, γλυκός, ευώδης, μεθύστακας, ευωδιαστός, αρωματικά, αρωματική, ευωδιαστό