Екранувати στα ελληνικά

Μετάφραση: екранувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασπίδα, περίβλημα, προστατεύσει, προστασία, προστατεύει, θωράκιση
Екранувати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • економія στα ελληνικά - οικονομία, σωτηρία, εξοικονόμηση, εξοικονόμησης, αποθήκευση
  • екран στα ελληνικά - βόλτα, εξετάζω, ιππεύω, ατραξιόν, οθόνη, οθόνης, της οθόνης, ...
  • екранізувати στα ελληνικά - εξετάζω, ταινία, φιλμ, μεμβράνη, μεμβράνης, ταινίας
  • екс στα ελληνικά - πρώην, ex, εκ, εκ των, εκ του
Τυχαίες λέξεις
Екранувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασπίδα, περίβλημα, προστατεύσει, προστασία, προστατεύει, θωράκιση