Λέξη: παζάρι

Σχετικές λέξεις: παζάρι

παζάρι βιβλίου αθήνα 2014, παζάρι του σωματείου ρακοσυλλεκτών αθηνών-πειραιώς ο ερμής, παζάρι βιβλίου στο πασαλιμάνι, παζάρι βιβλίου πειραιάς, παζάρι πειραιά, παζάρι βιβλίου θεσσαλονίκη, παζάρι ρακοσυλλεκτών, παζάρι βιβλίου αθήνα, παζάρι σχιστού, παζάρι βιβλίου

Συνώνυμα: παζάρι

αγορά, κατάστημα νεωτερισμών, αγορά φιλανθρωπικής εορτής, καλή αγορά, ευκαιρία

Μεταφράσεις: παζάρι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bargaining, bazaar, bargain, souk, the bazaar, the souk
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
negociación, bazar, bazar de, el bazar, bazaar, de bazar
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
handelnd, Basar, Bazar, Basars
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
marchandage, négociation, bazar, Bazaar, Centre, bazar de, le bazar
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
bazar, Bazaar, Mercato, bazar di
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bazar, Bazaar, bazar de, quermesse
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bazaar, de bazaar, markt, bazaar van, bazar
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
торги, торг, переговоры, базар, Bazaar, базара, базаре
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
basar, basaren, bazaar, samvirkelag, markedsplassen
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
basar, basaren, bazaar, bazaren
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
basaari, basaarin, bazaar, basaarista, basaarissa
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
basar, Bazaar, basaren, bazar, bazaaren
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyjednávání, bazar, bazaru, tržiště, autobazar, autobazaru
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
umowa, negocjacja, bazar, bazaar, bazaru, bazarze, kiermasz
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bazár, Bazaar, bazárban, bazártól, bazárt
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çarşı, pazar, pazarı, çarşısı, bazaar
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
торги, переговори, базар, ринок
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pazar, pazari, çarshia, pazarit, pazarin
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
базар, Bazaar, чаршия, Чарши
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
базар, кірмаш, рынак, базар у Віцебску
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tingimine, kauplemine, turg, näitemüük, basaarin, bazaari, Basaari
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bazar, Bazaar, tržnica, pijaca, bazara
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Bazaar
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
turgus, Bazaar, turgaus
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
bazārs, tirgus, Bazaar, Bazārā, Slēgtais tirgus
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
чаршија, базар, чаршијата, пазар, скопска чаршија
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bazar, Bazaar, bazarul, bazarului, bazar de
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
bazar, bazarju, bazaar, bazar se
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
bazár, bazar

Στατιστικά δημοτικότητας: παζάρι

Τυχαίες λέξεις