Електрик στα ελληνικά
Μετάφραση: електрик, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηλεκτρολόγος, ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγου, τον ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγο να
![Електрик στα ελληνικά Електрик στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-uk-gr-5236.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- елегійний στα ελληνικά - ελεγειακός, ελεγειακή, ελεγειακό, ελεγειακά, ελεγειακής
- елегія στα ελληνικά - ελεγεία, ελεγείο, ελεγείας, η ελεγεία, την ελεγεία
- електрифікація στα ελληνικά - εξηλεκτρισμός, ηλεκτροδότηση, ηλεκτροκίνησης, ηλεκτροδοτήσεως, την ηλεκτροδότηση
- електрифікуйте στα ελληνικά - ηλεκτροδοτώ, ηλεκτρίζω, elektryfikuyte
Τυχαίες λέξεις
Електрик στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηλεκτρολόγος, ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγου, τον ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγο να
Μεταφράσεις: ηλεκτρολόγος, ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγου, τον ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγο να