Ель στα ελληνικά

Μετάφραση: ель, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπύρα, ale, ΕΕΣ, αγγλική μπύρα, ζύθος
Ель στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • елемент στα ελληνικά - στοιχείο, στοιχείου, στοιχείων, στοιχεία, το στοιχείο
  • елементи στα ελληνικά - επαναλαμβάνω, ξαναλέω, αντικειμένων, στοιχεία, αντικείμενα, είδη, τα στοιχεία
  • ельф στα ελληνικά - ξωτικό, Elf, η Elf, το ξωτικό, την Elf
  • елізія στα ελληνικά - έκθλιψη, έκθλιψης, έκθλιψή, την έκθλιψή, elision
Τυχαίες λέξεις
Ель στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπύρα, ale, ΕΕΣ, αγγλική μπύρα, ζύθος