Λέξη: μέγεθος

Σχετικές λέξεις: μέγεθος

μέγεθος αισθητήρα, μέγεθος φωτογραφίας διαβατηρίου, μέγεθος πέους, μέγεθος ποδηλάτου, μέγεθος δαχτυλιδιού, μέγεθος φωτογραφιών, μέγεθος ωαρίου, μέγεθος σουτιέν, μέγεθος πέους ελλήνων, μέγεθος κάρτας

Συνώνυμα: μέγεθος

ανάστημα, διάσταση, νούμερο, κόλλα, έκταση, σημασία

Μεταφράσεις: μέγεθος

μέγεθος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
size, magnitude, extent, size of

μέγεθος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
extensión, tamaño, grandeza, talla, cola, tamaño de, el tamaño, tamaño del

μέγεθος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
größe, format, körpergröße, konfektionsgröße, Größe, Größen, eine Größe, Größe aus

μέγεθος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ampleur, coller, étendue, grosseur, importance, taille, gabarit, grandeur, encoller, dimension, adhésif, colle, volume, pointure, numéro, mesure, la taille, taille de, size

μέγεθος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mole, grossezza, taglia, dimensione, formato, dimensioni, size

μέγεθος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
amplidão, dimensão, tamanho, amplitude, sessenta, extensão, o tamanho, de tamanho, tamanho de

μέγεθος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bestek, omvang, maat, grootte, uitgebreidheid, afmeting, formaat

μέγεθος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
объем, габарит, протяженность, номер, численность, кегля, формат, величина, объём, размер, возраст, калибр, размера, размеры, размером, размеров

μέγεθος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nummer, størrelse, størrelsen, size

μέγεθος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nummer, format, storlek, omfång, storleken, size

μέγεθος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
mitoittaa, laajuus, suuruus, koko, koko on, koon, kokoa, size

μέγεθος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
størrelse, nummer, størrelsen, size, format

μέγεθος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
klížidlo, dimenze, formát, klížit, objem, vzrůst, tloušťka, číslo, rozměr, velikost, lepidlo, rozsah, míra, maz, velikosti, rozměry, rozloha

μέγεθος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
objętość, klajster, liczność, numer, rozmiar, wymiar, wielkość, klej, wielkości, rozmiaru, rozmiarze

μέγεθος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ragasztóanyag, formátum, terjedelem, méret, mérete, méretű, méretét, méretének

μέγεθος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
büyüklük, boyut, boyutu, büyüklüğü, boyutunu, boy

μέγεθος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вік, номер, калібр, формат, об'єм, величина, розмір, обсяг, размер

μέγεθος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
madhësi, madhësia, madhësia e, madhësisë, madhesia

μέγεθος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
размер, размер на, размери, размера на, големина

μέγεθος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
памер, размер

μέγεθος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
suurus, sorteerija, suuruse, suurust, suurusest, suurus on

μέγεθος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zapremina, prostranost, veličina, veličine, veličinu, size, veličini

μέγεθος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stærð, Size

μέγεθος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dydis, dydžio, dydį, sIZE, dydžiu

μέγεθος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lielums, izmērs, apjoms, izmēra, izmēru, lielumu

μέγεθος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
големина, големината, големина на, големината на, димензии

μέγεθος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
mărime, dimensiune, dimensiunea, dimensiuni, size

μέγεθος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
číslo, velikost, velikosti, obseg, površina

μέγεθος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
veľkosť, číslo, platby, rozmery, veľkosti, obsah

Στατιστικά δημοτικότητας: μέγεθος

Τυχαίες λέξεις