Живильний στα ελληνικά

Μετάφραση: живильний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θρεπτικός, θρεπτική, θρέψη, τρέφοντας, θρεπτικά, θρεπτικό
Живильний στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • живець στα ελληνικά - μόσχευμα, μπολιάζω, μεταμόσχευση, εμφύτευση, μεταμόσχευσης, ενοφθαλμισμό, την εμφύτευση
  • живий στα ελληνικά - κεφάτος, ζωηρά, ξετσίπωτος, ζωηρός, αναιδής, χαρωπός, ζωντανός, ...
  • живити στα ελληνικά - παραδίδω, εκφωνώ, τρέφω, καλλιεργώ, φιλοξενώ, τροφή, ζωοτροφών, ...
  • живитись στα ελληνικά - παροιμία, powered, μηχανοκίνητη, μηχανοκίνητα, τροφοδοτείται, κινούνται
Τυχαίες λέξεις
Живильний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θρεπτικός, θρεπτική, θρέψη, τρέφοντας, θρεπτικά, θρεπτικό