Захоплювання στα ελληνικά
Μετάφραση: захоплювання, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προϊστορικός, σύλληψη, σύλληψης, δέσμευσης, καταγραφής, τη δέσμευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- захоплення στα ελληνικά - αρπάζω, κλώσημα, θαυμασμός, σπασμός, πιάνω, ευφροσύνη, ηδονή, ...
- захопленість στα ελληνικά - ενθουσιασμός, απορρόφηση, απορρόφησης, απορροφήσεως, την απορρόφηση, η απορρόφηση
- захоплювати στα ελληνικά - καταλαμβάνω, πιάνω, εντρυφώ, αιχμαλωσία, αιχμαλωτίζω, σφίγγω, συλλαμβάνω, ...
- захоплюватись στα ελληνικά - θαυμάζω, θαυμάσετε, θαυμάσει, θαυμάσουν, να θαυμάσετε
Τυχαίες λέξεις
Захоплювання στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προϊστορικός, σύλληψη, σύλληψης, δέσμευσης, καταγραφής, τη δέσμευση
Μεταφράσεις: προϊστορικός, σύλληψη, σύλληψης, δέσμευσης, καταγραφής, τη δέσμευση