Зігнений στα ελληνικά

Μετάφραση: зігнений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στραβός, καμπύλος, κυρτός, καμπύλο, κυρτή, κυρτό
Зігнений στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • зів'янення στα ελληνικά - κατανάλωση, φθίση, μαρασμό, μαραίνονται, μαραίνοντας, withering, μαραιμένος
  • зів'яти στα ελληνικά - ξεθωριάζω, ξεθωριάζει, ξεθώριασμα, fade, εξασθενίζουν, εξασθενίζει
  • зігнутість στα ελληνικά - συνέλιξη, συνέλιξης, έλικας, ανελίξεως, απλής έλικας
  • зігніться στα ελληνικά - λυγίζω, κάμπτω, zihnitsya
Τυχαίες λέξεις
Зігнений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στραβός, καμπύλος, κυρτός, καμπύλο, κυρτή, κυρτό