Кларнет στα ελληνικά

Μετάφραση: кларнет, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλαρίνο, κλαρινέτο, κλαρινέτου, κλαρίνου, κλαρινο
Кларнет στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • клаптевий στα ελληνικά - κουρελού, συνονθύλευμα, Patchwork, μωσαϊκό, πρόχειρες
  • клаптик στα ελληνικά - κηλίδα, έμπλαστρο, ενημερωμένη έκδοση κώδικα, επίθεμα, εμπλάστρου
  • клас στα ελληνικά - τάξη, φύση, υπάγω, κλάση, κατηγορία, κατηγορίας, τάξης
  • класик στα ελληνικά - κλασική, κλασικά, κλασικό, κλασικού, κλασσικό
Τυχαίες λέξεις
Кларнет στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλαρίνο, κλαρινέτο, κλαρινέτου, κλαρίνου, κλαρινο