Λέξη: σκωρία

Σχετικές λέξεις: σκωρία

σκωρία κάδου, σκωρία υψικαμίνων, σκωρία σιδηρονικελίου, σκωρία λεξικο, σκωρία ηλεκτροκαμίνων, σκωρία λαρκο

Συνώνυμα: σκωρία

σκουρία, σκωρία μέταλλου, λάβα, αχρηστία

Μεταφράσεις: σκωρία

σκωρία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
slag, rust, scoria, slag is, dross

σκωρία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
escoria, escorias, de escoria, la escoria, escoria de

σκωρία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schlacke, schlampe, Schlacke, Schlacken

σκωρία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
crasses, suint, scories, scorie, laitier, de laitier, des scories

σκωρία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
scoria, scorie, scorie di, di scorie, delle scorie

σκωρία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
escória, escórias, de escória, escória de, da escória

σκωρία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
slak, slakken, slag, van slakken

σκωρία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
шлак, окалина, шлака, шлаков, шлаки, шлаковый

σκωρία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
slagg, slagget, slaggen

σκωρία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
slagg, slaggen, slagg som

σκωρία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kuona, karsta, lieju, kuonan, kuonaa, kuonasta, kuonaan

σκωρία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
slagge, slagger, slaggen, slaggecement

σκωρία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
škvára, struska, strusky, struskový, strusku, struskové

σκωρία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dziwka, żużlowanie, tomasyna, żużel, szlaka, żużla, żużlu, żużle, żużlowy

σκωρία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
cafka, salak, salakot, salakok, kohósalak, a salak

σκωρία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
cüruf, cürufu, curuf, cürufun, cürüf

σκωρία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шлак, шлаки

σκωρία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shllak, skorje, zgjyrat, Skorie, Skorie të

σκωρία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шлака, шлаки, шлаката, на шлака

σκωρία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дзындра, шлак, дзындру

σκωρία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
räbu, räbust, šlakk, toomasräbu

σκωρία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
troska, šljaka, zgura, troske, šljake

σκωρία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gjall, Slag, málmgjallið, sindr, eà ° a -gjall

σκωρία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šlakas, šlako, šlakai, šlakinis

σκωρία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
izdedži, sārņi, sārņu, izdedžu

σκωρία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
згура, јаловина, згурата, милта, за згура

σκωρία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
zgură, zgura, de zgură, zgurii, zgurei

σκωρία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
žlindra, žlindre, žlindro, žlindrani

σκωρία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
troska, škvara, trosky, trosku, struska
Τυχαίες λέξεις