Князьок στα ελληνικά

Μετάφραση: князьок, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηγεμονικός, princeling
Князьок στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • кнопка στα ελληνικά - ιπποτροφείο, καρφί, κουμπί, πλήκτρο, το κουμπί, κουμπιού, το πλήκτρο
  • кнопками στα ελληνικά - κουμπιά, πλήκτρα, τα κουμπιά, κουμπιών, τα πλήκτρα
  • князівства στα ελληνικά - δουκάτο, Δουκάτου, το δουκάτο
  • кніксен στα ελληνικά - αναπηδώ, kniksen
Τυχαίες λέξεις
Князьок στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηγεμονικός, princeling