Коло στα ελληνικά
Μετάφραση: коло, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάστημα, γύρος, πλάι, περιοδεύω, περίοδος, δίπλα, κύκλος, ταξίδι, κύκλο, κύκλου, τον κύκλο, κύκλο που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- колихатися στα ελληνικά - κουνώ, κούνια, ταλάντευση, εξουσία, επιρροή, κυριαρχία, ταλάντωση
- колишній στα ελληνικά - πρώην, πρώτη, προηγούμενο, πρώτο, προηγούμενη
- коловорот στα ελληνικά - ρουφήχτρα, υδρομασάζ, τζακούζι, με υδρομασάζ, δίνη
- колоди στα ελληνικά - κούτσουρα, κορμών, κορμούς, κορμοί, ημερολόγια
Τυχαίες λέξεις
Коло στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάστημα, γύρος, πλάι, περιοδεύω, περίοδος, δίπλα, κύκλος, ταξίδι, κύκλο, κύκλου, τον κύκλο, κύκλο που
Μεταφράσεις: διάστημα, γύρος, πλάι, περιοδεύω, περίοδος, δίπλα, κύκλος, ταξίδι, κύκλο, κύκλου, τον κύκλο, κύκλο που