Колун στα ελληνικά
Μετάφραση: колун, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελικόπτερο, πέλεκας, τσεκούρι, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- колошматити στα ελληνικά - λίβρα, λίρα, λιβρών, λίρας, κιλό
- колу στα ελληνικά - ξένος, στοίχημα, Ποντάρισμα, Μερίδιο, Ποσοστό, Tο ποντάρισμα
- кольорова στα ελληνικά - έγχρωμος, χρώμα, χρώματος, το χρώμα, χρωμάτων, έγχρωμη
- кольорове στα ελληνικά - έγχρωμος, χρώμα, χρώματος, το χρώμα, χρωμάτων, έγχρωμη
Τυχαίες λέξεις
Колун στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελικόπτερο, πέλεκας, τσεκούρι, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι
Μεταφράσεις: ελικόπτερο, πέλεκας, τσεκούρι, ax, πέλεκυ, πέλεκυς, το τσεκούρι