Ελικόπτερο στα ουκρανικά
Μετάφραση: ελικόπτερο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гелікоптер, колун, вертоліт, косар, ніж, січка, гвинтокрил
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελικόπτερο
ελικόπτερο τηλεκατευθυνόμενο, ελικόπτερο βικιπαίδεια, ελικόπτερο με κάμερα, ελικόπτερο απάτσι, ελικόπτερο ενοικίαση, ελικόπτερο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ελικόπτερο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ελιγμός στα ουκρανικά - нежіночна, маневр
- ελικοειδής στα ουκρανικά - спіраль, виток, гвинтовий, гвинтової, гвинтових, гвинтовою, гвинтовій
- ελκυστικός στα ουκρανικά - принадний, притягальний, принадливий, привабливий, найпривабливіший, привабливого, привабливіший
- ελλειπτικός στα ουκρανικά - пошкоджений, дефектний, недосконалий, еліптичний
Τυχαίες λέξεις
Ελικόπτερο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: гелікоптер, колун, вертоліт, косар, ніж, січка, гвинтокрил
Μεταφράσεις: гелікоптер, колун, вертоліт, косар, ніж, січка, гвинтокрил