Компрометація στα ελληνικά
Μετάφραση: компрометація, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμφισβητώ, εξευτελίζω, δυσφήμηση, δυσφήμιση, υποτίμηση, απαξίωση, δυσφημιστικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- компресор στα ελληνικά - συμπιεστής, συμπιεστή, του συμπιεστή, αεροσυμπιεστή, συμπιεστών
- компресія στα ελληνικά - συμπίεση, συμπίεσης, συμπιέσεως, με συμπίεση, τη συμπίεση
- компрометувати στα ελληνικά - συμβιβασμός, διακυβεύω, συμβιβάζω, συμβιβασμό, συμβιβασμού, συμβιβαστική, συμβιβαστική λύση
- компроміс στα ελληνικά - συμβιβάζω, διακυβεύω, έκθεση, σύνθεση, συμβιβασμός, συμβιβασμό, συμβιβασμού, ...
Τυχαίες λέξεις
Компрометація στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμφισβητώ, εξευτελίζω, δυσφήμηση, δυσφήμιση, υποτίμηση, απαξίωση, δυσφημιστικό
Μεταφράσεις: αμφισβητώ, εξευτελίζω, δυσφήμηση, δυσφήμιση, υποτίμηση, απαξίωση, δυσφημιστικό