Ліф στα ελληνικά
Μετάφραση: ліф, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κορσάζ, σώμα, μπουφάν, περιστήθιο, bodice, μπούστο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- літри στα ελληνικά - απορρίμματα, σκουπίδια, λίτρα, λίτρων, λίτρο
- літій στα ελληνικά - λίθιο, λιθίου, του λιθίου, το λίθιο, λιθιο
- ліфчик στα ελληνικά - σουτιέν, στηθόδεσμο, στηθοδέσμων, bra, το σουτιέν
- ліхтар στα ελληνικά - φακός, φανός, φανάρι, φανού, φαναριού, φανό
Τυχαίες λέξεις
Ліф στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κορσάζ, σώμα, μπουφάν, περιστήθιο, bodice, μπούστο
Μεταφράσεις: κορσάζ, σώμα, μπουφάν, περιστήθιο, bodice, μπούστο