Λέξη: σπάταλος
Σχετικές λέξεις: σπάταλος
σπάταλος συνώνυμο
Συνώνυμα: σπάταλος
άχρηστος, έρημος, χέρσος, άσωτος, πολυδάπανος, απρονόητος
Μεταφράσεις: σπάταλος
σπάταλος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
wasteful, waster, spendthrift, unstinted, wastrel
σπάταλος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
despilfarrado, waster, desperdicio, derrochador, desperdicio de, waster de
σπάταλος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Verschwendung, waster, Verschwender, Fresser
σπάταλος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
prodigue, gâcheur, dépensier, dissipateur, gaspilleur, usées, waster, destructeur
σπάταλος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sprecone, waster, perditempo, waster di, devastatore
σπάταλος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
gastador, esbanjador, destruidor, waster, waster do
σπάταλος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verkwister, waster, verspiller, tijdverspiller, verderver geschapen
σπάταλος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
опустошающий, неэкономный, нерасчетливый, расточительный, разорительный, расточитель, Waster, Отходы, сточных, чтобы убить
σπάταλος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
waster, ødeleggeren
σπάταλος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
odåga, waster, fördärvaren
σπάταλος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kehno, tuhlaavainen, tehoton, tuhlaava, pummi, waster, tuhlari, tuhlaaja, viemärilaitosyhdistys
σπάταλος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
waster
σπάταλος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
marnotratný, nehospodárný, rozhazovačný, pustošitel, odpadních, marnotratník
σπάταλος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
marnotrawny, nieekonomiczny, rozrzutny, niszczyciel, Waster, dopuszczalnie, pochłaniaczem, bardziej pustynny
σπάταλος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pazarló, ki tönkre tesz, tönkre tesz, waster
σπάταλος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
defolu mal, waster, atık, savurgan, ıskarta
σπάταλος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
марнується, марнотрат, марнотратник
σπάταλος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
njeri pa vlerë, shpërdorues, i planprishësit, planprishësit, njeri pa vlerë e
σπάταλος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
прахосник, брак, разточител, прахосник на, нехранимайко
σπάταλος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
марнатраўца, марнатраўцы
σπάταλος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
mahavisatud, kärbunud, kuhtunud, raiskaja, ühisveevärgist, ja külmutusseadmete jahutamiseks
σπάταλος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
razoran, rasipan, rasipnik, otpadak, kradljivac, rasipa
σπάταλος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
eyðslusamur, puð
σπάταλος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
niekalas, brokas, atliekinius, švaistūnas, eikvotojas
σπάταλος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
brāķis, kavēklis, izšķērdētājs, kavēšanas
σπάταλος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
брак, отпадните
σπάταλος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pierde-vară, waster, risipește, cheltuitor
σπάταλος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
odpadne, bila voda, kraja odpadne, je bila voda
σπάταλος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
neúsporný, pustošitel