Мета στα ελληνικά
Μετάφραση: мета, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βλέψη, σκόπιμος, προορισμός, σκοπός, στόχος, αποβλέπω, σκοπεύω, αντικειμενικός, στοχεύω, σκοπό, σκοπούς, σκοπό αυτό, σκοπού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- мертвий στα ελληνικά - νεκρός, πεθαμένος, νεκρών, νεκρά, νεκρό, νεκρούς
- месник στα ελληνικά - εκδικητής, Avenger, εκδικητή, Εκδηκητής, εκδικητού
- метаболічний στα ελληνικά - μεταβολισμός, μεταβολικός, μεταβολική, μεταβολικές, μεταβολικό, μεταβολικής
- метал στα ελληνικά - ορυκτό, μετάλλευμα, μέταλλο, μετάλλου, μετάλλων, μεταλλικό, μεταλλικά
Τυχαίες λέξεις
Мета στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βλέψη, σκόπιμος, προορισμός, σκοπός, στόχος, αποβλέπω, σκοπεύω, αντικειμενικός, στοχεύω, σκοπό, σκοπούς, σκοπό αυτό, σκοπού
Μεταφράσεις: βλέψη, σκόπιμος, προορισμός, σκοπός, στόχος, αποβλέπω, σκοπεύω, αντικειμενικός, στοχεύω, σκοπό, σκοπούς, σκοπό αυτό, σκοπού