Напір στα ελληνικά
Μετάφραση: напір, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπήγω, χωμένος, ώθηση, πίεση, πίεσης, πιέσεως, πιέσεις, πίεση του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бомбардувальник στα ελληνικά - βομβιστής, βομβαρδιστικό, βομβαρδιστικό αεροπλάνο, βομβιστή, βομβαρδιστικών αεροπλάνων
- заробітки στα ελληνικά - αποδοχές, απολαβές, εισόδημα, έσοδα, εισοδήματος, Τα έσοδα, Αποτελεσμάτων
- кришталь στα ελληνικά - κρύσταλλος, κρύσταλλο, κρυστάλλινα, κρυστάλλου, κρυστάλλων, κρυσταλλική
- культура στα ελληνικά - όγκος, ανάπτυξη, πολιτισμός, κουλτούρα, καλλιέργεια, πολιτισμού, πολιτισμό
Τυχαίες λέξεις
Напір στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπήγω, χωμένος, ώθηση, πίεση, πίεσης, πιέσεως, πιέσεις, πίεση του
Μεταφράσεις: μπήγω, χωμένος, ώθηση, πίεση, πίεσης, πιέσεως, πιέσεις, πίεση του