Національний στα ελληνικά
Μετάφραση: національний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εθνικός, υπήκοος, εθνικό, εθνικές, εθνική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- витребування στα ελληνικά - απαιτώ, ζητώ, ζήτηση, απαίτηση, ανάκτηση, αποκατάσταση, ποιοτική αποκατάσταση, ...
- занедбаний στα ελληνικά - παραμεληθεί, παραμελημένες, παραμελημένη, παραμελημένο, παραμελούνται
- запор στα ελληνικά - δυσκοιλιότητα, δυσκοιλιότητας, τη δυσκοιλιότητα, της δυσκοιλιότητας, η δυσκοιλιότητα
- любо-дорого στα ελληνικά - ακριβά, ευχαρίστηση, ευχαρίστηση να, χαρά να, χαρά, χαρά μου να
Τυχαίες λέξεις
Національний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εθνικός, υπήκοος, εθνικό, εθνικές, εθνική
Μεταφράσεις: εθνικός, υπήκοος, εθνικό, εθνικές, εθνική