Невартий στα ελληνικά

Μετάφραση: невартий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάξιος, αναπαράγομαι, απρεπής, ανάρμοστος, ανάρμοστη, απρεπή, ανοίκειες
Невартий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • влада στα ελληνικά - όπλο, κατανομή, διεύθυνση, χέρι, κυριαρχία, μπράτσο, ισχύς, ...
  • займистість στα ελληνικά - ευφλεκτότητα, ευφλεκτότητας, αναφλεξιμότητας, εύφλεκτα, καυσιμότητα
  • запізнення στα ελληνικά - καθυστέρηση, βραδύτητα, βραδύτης, αργοπορία, εκπρόθεσμη άσκηση, εκπρόθεσμο
  • літний στα ελληνικά - ΚΥΡΙΑΚΕΣ, ΚΥΡΙΑΚΗ, SUNDAYS, ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Τυχαίες λέξεις
Невартий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάξιος, αναπαράγομαι, απρεπής, ανάρμοστος, ανάρμοστη, απρεπή, ανοίκειες