Неврівноважений στα ελληνικά
Μετάφραση: неврівноважений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανισότητα, μονός, ασύμμετρη, ανισόρροπη, ασύμμετρες, ισορροπημένη, μη ισορροπημένη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- виготовляти στα ελληνικά - κατασκευάζω, παράγουν, παραγωγή, την παραγωγή, παράγει, παραχθεί
- вчених στα ελληνικά - πανεπιστήμων, επιστήμονες, οι επιστήμονες, επιστημόνων, τους επιστήμονες, των επιστημόνων
- кучер στα ελληνικά - αμαξάς, αμαξά, άμαξας, άμαξας και, αμαξηλάτη
- металургійний στα ελληνικά - μεταλλουργός, μεταλλουργική, μεταλλουργικές, μεταλλουργικό, μεταλλουργικών, μεταλλουργικής
Τυχαίες λέξεις
Неврівноважений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανισότητα, μονός, ασύμμετρη, ανισόρροπη, ασύμμετρες, ισορροπημένη, μη ισορροπημένη
Μεταφράσεις: ανισότητα, μονός, ασύμμετρη, ανισόρροπη, ασύμμετρες, ισορροπημένη, μη ισορροπημένη