Оголити στα ελληνικά
Μετάφραση: оголити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γυμνός, εκθέτουν, εκθέσει, εκθέτετε, εκθέσουν, εκθέτει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вербалізація στα ελληνικά - φραστικά, πολυλογία, ρηματοποίηση, λεκτική
- гне στα ελληνικά - καταδυνάστευση, καταπίεση, καταπίεσης, την καταπίεση, της καταπίεσης, η καταπίεση
- загрожувати στα ελληνικά - απειλώ, απειλούν, απειλήσουν, απειλήσει, απειλεί, να απειλήσει
- людство στα ελληνικά - ανθρωπότητα, ανθρωπότητας, της ανθρωπότητας, την ανθρωπότητα, η ανθρωπότητα
Τυχαίες λέξεις
Оголити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γυμνός, εκθέτουν, εκθέσει, εκθέτετε, εκθέσουν, εκθέτει
Μεταφράσεις: γυμνός, εκθέτουν, εκθέσει, εκθέτετε, εκθέσουν, εκθέτει