Однаковість στα ελληνικά
Μετάφραση: однаковість, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομοιότητα, ομοιομορφία, ομοιομορφίας, ομοιογένεια, την ομοιομορφία, η ομοιομορφία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ключової στα ελληνικά - πληκτρολόγιο, κλειδί, πλήκτρο, βασικό, βασικά, βασικές
- коса στα ελληνικά - κοτσίδα, ρελιάζω, πλέκω, δρεπάνι, σούβλα, σούβλας, φτύνουν, ...
- кіноварі στα ελληνικά - κιννάβαρι, Cinnabar, κινναβαρίτης, κιννάβαρης, κινναβάρι
- малина στα ελληνικά - βατόμουρο, σμέουρα, τα σμέουρα, σμέουρων, βατόμουρα, σμέουρα που
Τυχαίες λέξεις
Однаковість στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομοιότητα, ομοιομορφία, ομοιομορφίας, ομοιογένεια, την ομοιομορφία, η ομοιομορφία
Μεταφράσεις: ομοιότητα, ομοιομορφία, ομοιομορφίας, ομοιογένεια, την ομοιομορφία, η ομοιομορφία