Λέξη: φυλλοβόλος
Σχετικές λέξεις: φυλλοβόλος
φυλλοβόλος δρυς, μανόλια φυλλοβόλος
Συνώνυμα: φυλλοβόλος
φυλλορροών
Μεταφράσεις: φυλλοβόλος
φυλλοβόλος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
deciduous
φυλλοβόλος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
caduco, caducifolio, hoja caduca, de hoja caduca, hojas caducas
φυλλοβόλος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sommergrün, abfallend, Laub-, Laub, Milch
φυλλοβόλος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
caduc, feuillu, à feuilles caduques, feuillus, feuilles caduques, de feuillus, décidue
φυλλοβόλος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
deciduo, decidua, di latifoglie, decidue, decidui
φυλλοβόλος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
decídua, decíduo, deciduous, decíduos, folha caduca
φυλλοβόλος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
loof, bladverliezende, bladverliezend, vergankelijke, loofbos
φυλλοβόλος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
преходящий, лиственный, молочный, листопадный, лиственные, лиственных, лиственное, лиственным
φυλλοβόλος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
løvskog, lauv, løvfellende, deciduous
φυλλοβόλος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lövfällande, deciduous, lövträd, löv, lövskog
φυλλοβόλος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
putoava, deciduous, lehtipuu, lehtipuita, lehti-
φυλλοβόλος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
løvfældende, løv, deciduous, løvskov, løv-
φυλλοβόλος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
listnatý, opadavý, opadavé, opadavých, listnatý opadavý
φυλλοβόλος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
liściasty, liściaste, liściastych, liściastego, przestrzeniach
φυλλοβόλος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lombhullató, agancsváltó, lombos, a lombhullató, lombhullatók
φυλλοβόλος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yaprak döken, Geniş yapraklı, döken, yıl yaprak döken, yapraklarını döken
φυλλοβόλος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
минущий, швидкоплинний, молочний, листяний
φυλλοβόλος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjetherënës, qumeshtit, e qumeshtit, i qumeshtit, gjethor
φυλλοβόλος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
широколистен, широколистни, широколистна, листопадни, широколистните
φυλλοβόλος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
лісцяны, ліставых, ліставы, лістоўны, то ліставы
φυλλοβόλος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
heitlehine, pudenev, heitlehised, lehtpuud, heitlehiste
φυλλοβόλος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
listopadni, mliječan, bjelogoričan, kratkotrajan, listopadan, listopadne, bjelogorično
φυλλοβόλος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
deciduous, laufskógum
φυλλοβόλος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nukrintantis, lapuočių, lapuotis, lapuočiai, lapuočių medžių
φυλλοβόλος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
deciduāls, lapu koku, lapkoku, lapukoku, mainīgs
φυλλοβόλος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
листопадни, листопадните, листопадна, со листопадни, се листопадни
φυλλοβόλος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cu frunze căzătoare, foioase, de foioase, frunze căzătoare, foios
φυλλοβόλος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
listavci, listavcev, listnati, listopadno, Zimzelene
φυλλοβόλος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
opadavý, listnatý, listnatých
Τυχαίες λέξεις