Опертись στα ελληνικά
Μετάφραση: опертись, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κούρνια, βασίζονται, στηρίζονται, επικαλεστεί, στηριχθεί, επικαλούνται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- визискувач στα ελληνικά - εκμεταλευτής, εκμεταλλευτή, εκμεταλλευτής, εκμεταλλευτές, του εκμεταλλευτή
- виступ στα ελληνικά - φρύδι, διεύθυνση, τη διεύθυνση, η διεύθυνση, διεύθυνσης, διευθυνση
- договірний στα ελληνικά - συμβατικές, συμβατικών, συμβατική, συμβατικής, συμβατικό
- електромагніт στα ελληνικά - μαγνητικός, ηλεκτρομαγνήτης, ηλεκτρομαγνήτη, ηλεκτρομαγνήτου, ηλεκτρομαγνητικών, ηλεκτρομαγνητών
Τυχαίες λέξεις
Опертись στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κούρνια, βασίζονται, στηρίζονται, επικαλεστεί, στηριχθεί, επικαλούνται
Μεταφράσεις: κούρνια, βασίζονται, στηρίζονται, επικαλεστεί, στηριχθεί, επικαλούνται