Λέξη: σχολείο

Σχετικές λέξεις: σχολείο

σχολείο της φύσης, σχολείο δεύτερης ευκαιρίας, σχολείο για γονείς, σχολείο αλληλεγγύης οδυσσέας, σχολείο σταυράκη, σχολείο του σινεμά, σχολείο παιχνιδιού, σχολείο ευρωπαϊκής παιδείας, σχολείο κωφών πεύκης, σχολείο αναβρύτων, δημοτικό σχολείο, ψηφιακό σχολείο, σχολειο, μουσικό σχολείο, πειραματικό σχολείο, ψηφιακο σχολείο, δημοτικό σχολείο νάουσας, νέο σχολείο, ιδιωτικό σχολείο, ειδικό σχολείο, πειραματικό σχολείο θεσσαλονίκης, σχολείο για πριγκίπισσες

Συνώνυμα: σχολείο

σχολή, κοπάδι ψάρια, πλήθος ιχθύων

Μεταφράσεις: σχολείο

σχολείο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
school, the school, schools

σχολείο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
escuela, escolar, la escuela, escuela de, colegio

σχολείο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
lehranstalt, schar, ausbildung, fachbereich, lehren, unterrichten, schule, unterricht, Schule, Schul, der Schule, School

σχολείο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
troupeau, école, instruire, enseigner, bande, université, scolaire, faculté, l'école, écoles, scolaires

σχολείο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
scuola, istruire, scuola di, scolastico, la scuola, scuole

σχολείο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
escolas, estudante, escola, da escola, escolar, escola de, a escola

σχολείο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
leerschool, school, kunstrichting, schoolgroep, de school, scholen, schoolgebouw

σχολείο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
школа, учёба, школить, тренировать, академия, воспитывать, направление, косяк, учение, обуздывать, образование, факультет, учеба, училище, класс, дисциплинировать, школы, школе, школу, школьный

σχολείο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skole, skolen, av skole, skolens

σχολείο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skola, stim, flock, skolan, skol, skolar, skolans

σχολείο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
oppisuunta, koulia, koulu, oppilaitos, kalaparvi, opinahjo, parvi, koulussa, koulun, kouluun

σχολείο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
skole, skolen, skolens, school, skoler

σχολείο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hejno, univerzita, školský, školit, školní, cvičit, škola, vyučovat, fakulta, učit, vyškolit, vzdělat, školy, školu, škole

σχολείο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szkoła, uczelnia, szkółka, wyćwiczyć, wydział, ławica, wymusztrować, uniwersytet, szkolić, uczyć, stado, sztuba, instytut, liceum, szkolny, szkoły, szkole, school

σχολείο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fakultás, iskolaépület, iskola, iskolaépületek, iskolai, iskolában, iskolába, oktatási

σχολείο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
okul, Okulu, okulun bulunduğu, School, okulun

σχολείο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тренувати, виховувати, приборкувати, академія, школа

σχολείο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shkollë, shkollor, shkolla, e shkollës, i shkollës

σχολείο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
училище, обучавам, школа, училището, учебната, на училище

σχολείο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
школа

σχολείο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
koolitama, kool, kalaparv, koolis, kooli, koolist, koolide

σχολείο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
školski, školske, školskog, škola, školovati, škole, School, školu, školi

σχολείο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skóli, skóla, skólinn, School, skólanum

σχολείο στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
schola, ludus

σχολείο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mokykla, mokyklos, School, mokykloje, mokyklų

σχολείο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
skola, skolas, skolu, skolā, mācību

σχολείο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
училиштето, училиште

σχολείο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cursuri, școală, scoala, școlii, școlar, școala

σχολείο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
šola, šole, šolo, school, šolsko

σχολείο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
školní, škola, školské, školskej, školský, Školská, školskú

Στατιστικά δημοτικότητας: σχολείο

Τυχαίες λέξεις