Оптово-збутовий στα ελληνικά

Μετάφραση: оптово-збутовий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υγιεινός, θρεπτικός, χονδρική, χονδρικής, χονδρικό, χονδρικής πώλησης, χονδρικές
Оптово-збутовий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • балон στα ελληνικά - βολβός, μπαλόνι, γλόμπος, αερόστατο, μπαλονιού, μπαλονάκι, μπαλονιών
  • заволодівати στα ελληνικά - απορροφώ, απασχολώ, καταλαμβάνω, συλλογή, συλλέγουν, συλλέγει, συλλέξει, ...
  • марнотратства στα ελληνικά - ακολασία, ασωτία, απόβλητα, αποβλήτων, των αποβλήτων, απορριμμάτων, τα απόβλητα
  • меліорація στα ελληνικά - ανάκτηση, αποκατάσταση, ποιοτική αποκατάσταση, ανάκτησης, αποκατάστασης
Τυχαίες λέξεις
Оптово-збутовий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υγιεινός, θρεπτικός, χονδρική, χονδρικής, χονδρικό, χονδρικής πώλησης, χονδρικές